Ο «Ρ» συνομίλησε με νοσηλεύτρια στο νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία»
Eurokinissi
|
Εξαντλημένοι σωματικά και ψυχικά
Την
πενθήμερη εργασία, με δυο μέρες συνεχόμενης ξεκούρασης, την έχουν
ξεχάσει γιατροί και νοσηλευτές. Για αρκετές βδομάδες δε δίνονται ρεπό,
γιατί το προσωπικό δεν επαρκεί, ώστε να βγουν σωστά τα προγράμματα.
Στους εργαζόμενους οφείλονται δεκάδες μέρες ρεπό: «Εμένα μου χρωστούσαν 60 μέρες ρεπό, τις πήρα σταδιακά και τώρα υπολείπονται περίπου 25 μέρες»,
λέει η Ο. Σιάντου. Ταυτόχρονα, πάντα δουλεύουν πέρα από το ωράριο -
χωρίς να πληρώνονται - για να βγει όλη η δουλειά, να τακτοποιηθούν
κάποιες εκκρεμότητες με την επόμενη βάρδια, ώστε να μη μείνει πίσω η
νοσηλεία των παιδιών.Αντικειμενικά δεν υπάρχει ο χρόνος που απαιτείται για να εξηγήσουν στους γονείς κάποια πράγματα για τη νοσηλεία του παιδιού τους. Οπως λέει ενδεικτικά η Ο. Σιάντου, «έχουμε αρκετά περιστατικά παιδιών με όγκους, που πρώτη φορά διαγνώστηκαν. Ο γονιός νιώθει πως εκείνος φταίει, γιατί δεν το κατάλαβε έγκαιρα. Θέλει χρόνο να το συνειδητοποιήσει και να βοηθήσει το παιδί του. Εδώ είναι απαραίτητο το εξειδικευμένο προσωπικό που θα στηρίξει την οικογένεια, για να στηρίξει το παιδί, αλλιώς έρχεσαι αντιμέτωπος με εκρηκτικές καταστάσεις. Αντίθετα, όλα τα αντιμετωπίζουμε εμείς. Από το γονιό που πρέπει να βοηθήσει το παιδί του, από το παιδί που πρέπει να μάθει την αλήθεια γιατί θα δώσει μια μάχη για τη ζωή του. Ολο αυτό είναι ψυχοφθόρο και για το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό και ταυτόχρονα δεν υπάρχει η εξειδίκευση για να το κάνουμε όπως πρέπει. Αυτή την έχει ο ψυχίατρος, ο ψυχολόγος, ο κοινωνικός λειτουργός». Οπως προσθέτει, υπάρχουν ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί αλλά δεν επαρκούν και δεν είναι 24 ώρες μαζί με τα παιδιά και τους γονείς, που άλλοτε ελέγχουν την κατάστασή τους, άλλοτε όχι. Ενώ ο νοσηλευτής και ο γιατρός του τμήματος είναι συνέχεια μαζί τους.
Επικίνδυνες ελλείψεις
«Χωρίς οικογένεια» για χρόνια
Οπως
υπογραμμίζουν οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία, όλη αυτή η κατάσταση
διαταράσσει την προσωπική τους ζωή, τις σχέσεις με την οικογένειά τους,
τον οικογενειακό προγραμματισμό και επιβαρύνει την υγεία τους, αφού συν
τοις άλλοις δεν υπάρχει κανένα μέτρο Υγείας και Ασφάλειας, δεν υπάρχει
γιατρός Εργασίας και τεχνικός Ασφάλειας στα περισσότερα νοσοκομεία.Τα «ανοιχτά μέτωπα» και τα αδιέξοδα των υγειονομικών είναι πολλά και καθημερινά. Υπάρχουν, για παράδειγμα, εργαζόμενοι που δουλεύουν σε νοσοκομείο στην Αθήνα και οι οικογένειές τους ζουν στην επαρχία. Οι μαρτυρίες αυτών των υγειονομικών παριστάνουν ανάγλυφα τα καθημερινά εμπόδια που καλούνται να διαχειριστούν: «Να είναι ο σύζυγός σου στα Γιάννενα και να θέλεις 400 ευρώ για να πας 1 - 2 φορές στο μήνα ή στο δίμηνο να τον δεις. Αλλες νοσηλεύτριες έχουν τα παιδιά τους μακριά, στη Λάρισα, στο Κιλκίς. Υπάρχουν και εργαζόμενοι που έχουν ιδιαίτερες καταστάσεις να αντιμετωπίσουν, όπως μεταμοσχευμένο παιδί, ανάπηρο παιδί... Και η μάνα είναι αποκομμένη από τα παιδιά της και τα μεγαλώνει είτε ο ένας γονιός, είτε οι παππούδες...».
Μέχρι πριν από λίγο μπορούσαν να στέλνουν κάποια χρήματα από το μισθό τους στην οικογένεια. Πλέον ο μισθός τους ίσα - ίσα φτάνει να ζουν στην Αθήνα, λες και κάνουν φοιτητική ζωή. Αυτοί οι εργαζόμενοι, ούτε μπορούν να απεμπλακούν με μια μετάθεση, ούτε μπορούν να παραιτηθούν γιατί δεν θα έχουν καμία δουλειά, καμία ασφάλιση. Θα μπορούσε να λυθεί το θέμα με προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, να πάρουν τις μετατάξεις τους να στελεχώσουν στην επαρχία νοσοκομεία ή Κέντρα Υγείας. «Οι αποκομμένοι από την οικογένειά τους είναι σε ακόμη χειρότερη θέση, έχουν ένα επιπλέον εμπόδιο στη ζωή τους, ένα αδιέξοδο. Και δεν μιλάμε για 1 - 2 χρόνια. Μιλάμε και για 8 ή 10 χρόνια που συντηρείται μια τέτοια κατάσταση. Οι περισσότεροι έχουν φτάσει στα όριά τους», λένε οι συνάδελφοί τους.
Χωρίς στήριξη και μέτρα ασφάλειας
Ιδιαίτερα
επώδυνες είναι οι συνθήκες για τους εργαζόμενους στα ογκολογικά τμήματα
ή στις Μονάδες. Εκεί βλέπουν παιδιά σε κρίσιμη κατάσταση ή χρόνια
περιστατικά, βλέπουν το παιδί από την ώρα που διαγνωσθεί ο όγκος και θα
αρχίσει η θεραπεία μέχρι να γίνει καλά ή να πεθάνει. Λόγω των άσχημων
καταστάσεων το προσωπικό είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένο και δεν υπάρχει η
αντίστοιχη στήριξη. Οπως λένε οι εργαζόμενοι θα έπρεπε το συγκεκριμένο
προσωπικό να παραμένει σε αυτά τα τμήματα για μερικά χρόνια και μετά να
αντικαθίσταται, ώστε να αποφορτίζεται. Αυτό βοηθάει και τα παιδιά και
τους γονείς και τους ίδιους, αφού και η «μόρφωση» του νοσηλευτή
διευρύνεται, αλλά ρίχνεται καλύτερα στα νέα καθήκοντα. Γι' αυτό το λόγο
είναι απαραίτητο και να τηρούνται τα ρεπό, οι άδειες, τα προγράμματα.Απαραίτητο όμως είναι και το εξειδικευμένο υποστηρικτικό επιστημονικό δυναμικό - ψυχίατροι και ψυχολόγοι - που θα στηρίζουν το νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό. Ομως ένας σχεδιασμός και το κατάλληλο προσωπικό δεν υπάρχουν. Αυτό που εξηγούν είναι πως η δουλειά του νοσηλευτή δεν είναι απλά και μόνο να αλλάζει ορούς, να βάζει φάρμακα, να αλλάζει πάνες, θερμόμετρο και τέλος: «Είναι βασικό να είσαι καλά, ευχαριστημένος με τη δουλειά σου, να μην έχεις χίλια δυο βάσανα, ώστε να μπορέσεις στη δύσκολη φάση ενός παιδιού να το στηρίξεις. Αυτό είναι ακόμη πιο καίριο σε μια τέτοια περίοδο κρίσης, που ο καθένας μας έχει πολλά να αντιμετωπίσει και στο σπίτι του. Να μην έχει πληρώσει το ρεύμα και το νερό, να μην έχει να φάει, να μην έχει το παιδί του δουλειά, να έχει ανάπηρο παιδί και πολλά άλλα», λέει η Ο. Σιάντου.
Ανά πάσα στιγμή, επειδή προσπαθούν να χειριστούν πολλά πράγματα μαζί, μπορεί να τρυπηθούν - και συμβαίνει όλο και πιο συχνά αυτό - με αποτέλεσμα να κολλήσουν ό,τι έχει το παιδί. `Η να συμβούν άλλα εργατικά «ατυχήματα», αφού δεν υπάρχει ούτε γιατρός Εργασίας ούτε τεχνικός Ασφάλειας.
Πριν λίγο καιρό, συνέβη εργατικό «ατύχημα» στη Γενική Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Μια νοσηλεύτρια πήγε να βάλει ή να βγάλει από την πρίζα ένα μηχάνημα και τη διαπέρασε το ρεύμα. Μάλιστα εκείνη την ώρα, επειδή κινδύνευε η ζωή ενός παιδιού μέσα στη Μονάδα, δεν μπορούσε να τη βοηθήσει ούτε το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό που ήταν εκεί. Οπως λένε εργαζόμενοι του νοσοκομείου «δεν έχουμε ιδέα αν τηρούνται όλα τα απαραίτητα μέτρα προστασίας. Κανείς ποτέ δεν μας έχει ενημερώσει για κάτι τέτοιο. Ούτε μετά το "ατύχημα", παρά μόνο ήρθε ένας απλός ηλεκτρολόγος και έκλεισαν τη Μονάδα. Εχουμε μάθει από την εμπειρία μας και τους παλιότερους να προσέχουμε κάποια πράγματα για τη δική μας ασφάλεια και των παιδιών, αλλά όταν κινδυνεύει ένα παιδί - κι αυτό συμβαίνει συχνά - δεν προλαβαίνεις να σκεφτείς τον εαυτό σου, πέφτεις από πάνω να το σώσεις. Κι εκεί μπορεί να συμβεί ατύχημα αν δεν υπάρχουν μέτρα προστασίας, οι κατάλληλες υποδομές. Και δεν υπάρχουν γιατί μπαίνει η λογική "πόσο κοστίζει" και δεν λογαριάζεται η ανθρώπινη υγεία και ζωή».
ΡΕΠΟΡΤΑΖ:
Ελένη ΜΑΪΛΗ
Ελένη ΜΑΪΛΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου